
Ή Μονή τής αγίας Λαύρας μετετράπηκε όπως είδαμε κατά τή διάρκεια τής μακρόχρονης πορείας της σε ορμητήριο ήρωϊσμοϋ. “Εφτασε σε επίπεδα ανεπανάληπτα άποτελώντας συχνά τό σχολείο τού γένους καί έτοιμάζοντάς το γιά μεγάλους άγώνες. Κι όταν αυτοί άρχιζαν, ή Μονή φρόντιζε γιά τον ήθικό εξοπλισμό των αγωνιστών. Εκείνο όμως πού μέ¬σα σε λίγες γραμμές περιγράφουμε ούτε κάτι απλό ούτε καί έργο ενός ή έστω λίγων εΐναι. Γι’ αυτά όλα άγωνίστηκαν καί πάλεψαν μέ κάθε τρόπο πολλοί μοναχοί. Άνάμεσά τους υπήρξαν κάποιες προσωπικότητες πού έλαμψαν ιδιαίτερα καί πού παραμένουν στή θύμησή μας μέ συγκίνηση καί θαυμασμό. Έδώ θά κάνουμε μιά σύντομη άναφορά στούς γνωστότερους.
Πολύ γνωστός ό Κύριλλος ό Λαυριώτης. “Ηδη άναφερθήκαμε σ’ αύτόν όταν περιγράψαμε τις επιδρομές των ’Αλβανών στή Μονή. Γεννή¬θηκε στο έτος 1741. Μόνασε στήν ’Αγία Λαύρα ως τό 1779, όπότε άνά- γκάστηκε νά φύγει λόγω τής ’Αλβανικής λαίλαπας μετά τά Όρλωφικά. ’Αρχικά πήγε στήν Κωνσταντινούπολη καί σέ σύντομο χρονικό διάστημα μετέβη στο Βουκουρέστι. Έκεΐ παρέμεινε ως τό τέλος τής ζωής του, τό όποιο πρέπει νά τοποθετηθεί μετά τό 1823 καί ίσως στά 1827. Στο Βου¬κουρέστι έζησε βίο λιτό. ’Ασχολήθηκε μέ τή διδασκαλία καί όπως μαρτυ¬ρεί κείμενο πού παραθέτουμε, έτυχε μεγάλου σεβασμού.
Έν έτει 1812
“~Εγωγε βουλόμενος μαθεΐν τά έμαυτοϋ φίλτατα δύο τέκνα την τής ΙΊικρορίζου καί Γλυκικάρπου Γραμματικής τέχνην εντελώς επιστήμην, κατά συγκυρίαν ευρών τον Πανοσιότατον έν Πνευμαηκοΐς Πατράσιν καί Σεβασμίώτατον έν κεκοσμημένοις παντίω λόγω παιδείας ‘Αρχιμανδρίτην κύρ Κύριλλον, όντα έκ τής έν τή Πελοποννήσω Μονής ‘Αγίας Λαύρας, είσαγαγών εις τήν ήμετέραν Εστίαν παρέόωκα τούς υιούς μου καί Γραμ¬ματικήν Τέχνην αύτά διδάξαι, καί τα ήθη αυτών επί τώ κρίττον κοσμήσαι καί προς τον φόβον τού Θεού αύτά στηρίξαι. Ον παρατηρήσας τον λόγον καί τόν Βίον πολλάκις καί παντί καιρώ νυκτός καί ημέρας καί κατιδών αυτού τό εν πάσιν άμεμπτον συνεπέρηνα όιαλογιζόμενος εΐπερ οϋτος ό τοσούτοις κύκλοις ενιαυτών ένδιατρίψας εν Βουκουρεστίφ ούδαμώς ήλλοίωσεν τόν μοναχικόν βίον προς εν μόνον άποβλέψας προς τού μαθεΐν τήν Ελληνικήν Παιδείαν αϋτοϊς, λόγοις τάλλα πάντα τού βίου δεύτερα θέ- μενος, λαβών άσάλευτα θεμέλια τού ρηθέντος μοναχικού βίου…”
Στη συνέχεια τοϋ γράμματος φαίνεται δτι ό άποστολέας παραδίδει στα χέρια τοϋ άξιοσέβαστου Κύριλλου κειμήλιο-θησαυρό με άγια λείψανα ώς ανάθημα για τή Μονή τής Λαύρας. Παράλληλο σεβασμό στο πρόσωπό του συναντάμε καί σε πολλά άλλα έγγραφα πού υπάρχουν στο άρχεΐο τής Μονής.
Πρόκειται γιά μιά ιδιαίτερα λαμπρή προσωπικότητα. Στήν σειρά των έθναποστόλιυν έρχεται αμέσως μετά τόν Κοσμά τόν Αίτωλό.
Τό κύριο έργο του, μέ τό όποιο άσχολήθηκε μιά ολόκληρη τριακονταετία ήταν ή ερμηνεία στήν ’Αποκάλυψη τοϋ Ιωάννη. Οι μελέτες του σχετικά μέ τό θέμα ξεκίνησαν τό 1792 καί περατώθηκαν τόν Μαΐο τοϋ 1823, δίνοντας ώς καρπό ένα οκτάτομο έργο πέντε χιλιάδων περίπου σε¬λίδων. Χειρόγραφο υπάρχει σήμερα στή Θεολογική Σχολή τοϋ Πανεπιστημίου ’Αθηνών. Πέρα άπό τήν θεολογική του άξία, τό έργο έχει καί ιστορική άφοϋ δίνει καί άξιοπρόσεκτες ιστορικές πληροφορίες γιά τήν περίοδο κατά τήν οποία έζησε.
Μέ διαθήκη του άφησε όλη τήν περιουσία του στή Μονή καθώς καί σπουδαία βιβλιοθήκη 113 τόμων, πολλοί άπό τούς όποιους διασώζονται μέχρι καί σήμερα.
Αλλη σπουδαία μορφή στή μακρόχρονη ιστορία τής Μονής είναι ό μοναχός Κωνστάντιος. Άναφέρεται ότι κατά τήν επιδρομή τοϋ Ζένιου Χάρου τό 1773, μόλις κατόρθωσε νά σωθεί, ένώ ό άδελφός του ίεροόιάκο- νος Πάίσιος φονεύθηκε. Γεμάτος βαθειά Θλίψη γιά τό τραγικό γεγονός, μετέβη στήν Κωνσταντινούπολη καί έκει χειροτονήθηκε επίσκοπος Άνδρούσης τό Μαΐο τοϋ 1784. ’Αργότερα άφησε τήν πνευματική δράση καί τό 1806 έρχεται στή Μονή του για νά λάβει μέρος στήν ιστορική μέρα τής έπαναστάσεως. Σ’ αυτόν ανήκουν δύο άρχιερατικές πλήρεις στολές καί άλλα άναθήματα τής Μονής.
Προχωρώντας στά νεώτερα χρόνια συναντούμε τον Μητροπολίτη Κεφαλληνίας Δαμασκηνό Πολυδώρου. Γεννήθηκε τό 1852. Στήν’Αθήνα διετέλεσε εφημέριος τών φυλακών Συγγροϋ. Έξέδιδε επίσης τό περιοδικό “Φιλανθρωπία” καί δημοσίευσε πολλά άρθρα στήν “’Ανάπλαση” τού Γαλανού. Στις 9 ’Ιουλίου τού 1901 έξελέγη Επίσκοπος Κεφαλληνίας στή διαδοχή τού Γεράσιμου Δώριζα. Πέθανε στο ’Αργοστόλι στις 28 Δεκεμβρίου τού 1933 άφήνοντας μέρος τών άρχιερατικών του άμφιων στή Μονή.
Από τή Μονή τής Αγίας Λαύρας προερχόταν καί ό Μητροπολίτης Αιτωλίας καί ’Ακαρνανίας ‘Ιερόθεος Παρασκευόπουλος κατά κόσμον ’Ιωάννης, γεννήμενος τό 1878 στο Καστέλλιο Καλαβρύτων. Σέ ήλικία ένδεκα ετών πήγε στήν Αγία Λαύρα υπό τόν γέροντα Διονύσιο Παϊκόπουλο άπό τή Στρέζοβα (Δάφνη), ό όποιος είχε διατελέσει ήγούμενος τής Μονής τού Αγίου Γεωργίου Κουδουνά στήν Πρίγκηπο τής Κωνσταντινουπόλεως. Τό 1914 χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Παροναξίας καί τό 1933 μετατέθηκε στή Μητρόπολη Αιτωλίας καί ’Ακαρνανίας. Άπεβίωσε στήν ’Αθήνα τόν ’Απρίλιο τού 1961 καί σύμφωνα μέ τή θέλησή του μεταφέρθηκε καί τάφηκε στήν Τερά Μονή ’Αγγελοκάστρου στο Μεσολόγγι, άφήνοντας στήν Άγια Λαύρα τήν πλήρη άρχιερατική του στολή καί τήν βιβλιοθήκη του.
Ό Μητροπολίτης Αιτωλίας καί ’Ακαρνανίας Θεόκλητος Άβραντινής κατά κόσμον Λουκάς είχε επίσης καρεί μοναχός στή Μονή τής Αγίας Λαύρας. Γεννημένος στήν Κάτω Βλασία Καλαβρύτων τό 1921, πήγε στή Μονή καί σέ ήλικία 20 ετών έκάρη μοναχός άπό τόν τότε ήγούμε- νο Πολύκαρπο Πάϊκο. Τό 1944 χειροτονήθηκε διάκονος άπό τόν άρχιεπί- σκοπο ’Αθηνών καί πάσης Ελλάδος Θεόκλητο ΙΙαναγιωτόπουλο, τότε Μητροπολίτη Καλαβρύτων καί Αίγιαλείας, τό 1945 πρεσβύτερος άπό τόν Μητροπολίτη Αίγιαλείας καί Καλαβρύτων Άγαθόνικο καί τοποθετήθηκε ήγούμενος στή Μονή Αγίου Νικολάου Βλασίας. Φοίτησε στή Θεολογική Σχολή ’Αθηνών καί διετέλεσε προϊστάμενος τού ιερού ναού τής Καπνικαρέας ’Αθηνών. Ή παρουσία του εκεί ήταν ιδιαίτερα έντονη καί τό έργο του άρκετά μεγάλο. ’Αργότερα διετέλεσε Πρωτοσύγκελλος στήν ’Αρχιεπισκοπή ‘Αθηνών μέχρις οτου έξελέγη Μητροπολίτης Αιτωλίας καί ’Ακαρνανίας.
Ό Μητροπολίτης Δημητριάδος Ήλίας (Τσακογιάννης) συνδέει τό όνομά του μέ τή μονή τής Λαύρας. Γεννήθηκε χό 1917 σχά Παύλια Γορτυνίας. Ποθώνχας τή μοναχική ζωή έκάρη μοναχός άπό τόν Μηχροπολίτη Άγαθόνικο στήν Αγία Λαύρα. Τό 1947 χειροχονήθηκε άπό χόν ιδιο διάκονος και χό 1952 πρεσβύχερος άπό χόν Μηχροπολίτη Πατάρων Μελέτιο. Έν χώ μεχαξύ σπούδασε Θεολογία. Γιά κάποιο διάστημα ύπηρέχησε ώς εφημέριος τοΰ θεραπευτηρίου “Ευαγγελισμός”. Τό 1967 έξελέγη βοηθός Επίσκοπος τής ’Αρχιεπισκοπής Αθηνών καί άμέσως μεχά Μηχροπολίτης Δημητριάδος. Άπεβίωσε στίς 7 Ίανουαρίου τοΰ 1990.
Μακρύς είναι επίσης ό καχάλογος χών θεολόγων καί δημοδιδασκάλων κληρικών. Πάλι άναφέρουμε ορισμένους άπ’ αύχούς όνομασχικά: Τιμόθεος Οίκονομόπουλος, Άνθιμος Θεοδώρου, Άγαθόνικος Ίωαννίδης ή Κατσίνας, Αγάπιος Θεοφανόπουλος, Διονύσιος Παϊκόπουλος, Καλλίστρατος Παπαδημητρίου, Σεραφείμ Άνδριόπουλος, Άνανίας Ντόκος, ’Αρσένιος Παλληκάρης, Ευσέβιος Κηπουργός, Ζαχαρίας Τερζής, Δωρόθεος Παπαδημητρίου, Παρθένιος Δουκόπουλος, Ίωαννίκιος Σωτηρόπουλος, Ευσέβιος Γιαννακάκης.