Σχέδιο του μοναχού Barsky από επισκεψή του στη Μονή το 1745

Περίοδος πραγματικής δημιουργίας καί ανάπτυξης τής Μονής τής Αγίας Λαύρας ήταν ή ηγουμενία τοΰ πατρός Ευγενίου. Όπως προκύ¬πτει άπό τις μαρτυρίες πού διασώθηκαν, έπρόκειτο γιά άνθρωπο μέ μεγά¬λη πίστη, αφιερωμένο στό ιδεώδες τοϋ ασκητισμού, ταλαντούχο, αλλά καί τολμηρό. Τό έργο πού άφησε πίσω του είναι ισως ή σημαντικότερη άπό- δειξη τής έντονης δραστηριότητος καί πνευματικότητός του.

Ό πατήρ Εύγένιος βρήκε τή Μονή τής Λαύρας σέ μιά περίοδο δύ¬σκολη. Σύντομα συνειδητοποίησε πώς γιά νά τήν βγάλει άπ’ αύτή τήν κα¬τάσταση έπρεπε νά προβεΐ σέ κινήσεις αποφασιστικές καί τολμηρές, πράγ¬μα τό όποιο καί έκανε. Τό σχέδιο πού συνέλαβε, γιά τήν εποχή έκείνη μέ τά υποτυπώδη καί επικίνδυνα μέσα επικοινωνίας, ίσοδυναμεΐ μέ άθλο. Ξεκίνησε μιά περιοδεία μεγάλης κλίμακας προς άναζήτηση βοήθειας έχο¬ντας κατανοήσει ότι άπό τις κοντινές περιοχές αύτή δέν ήταν δυνατόν νά έξευρεθεϊ.

Μέ τή συναίνεση τοϋ ήγουμένου Παϊσίου καί τών υπολοίπων πατέρων πήρε μαζί του τήν κάρα τοϋ άγιου ’Αλεξίου καί άρχικά περιήλθε ολόκληρη τήν Ελλάδα. Συ¬νέχισε τήν περιοδεία του στίς Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, οί όποιες τότε ήταν κέντρα οικονομικής άνθησης καί πνευματικής καί πολιτιστικής δραστηριότητας.

Ό πατήρ Ευγένιος έτυχε μεγάλης συμπαράστασης άπό τους ηγεμόνες τής Μολδοβλαχίας. Τους άφηγήθηκε τά δεινοπαθήματα τής Μονής καί τους έπέδειξε γράμματα τοΰ Οικουμενικού Πατριάρχη. Ή προσωπικότητα καί ή ειλικρινής καρδιακή συμμετοχή του σέ οσα περιέγραφε, έπεισε τους ηγεμόνες γιά τήν άναγκαιότητα άλλα καί τή σημασία τής μέ κάθε τρόπο συμπαράστασής τους.

Μαζί μέ τήν Ιδιαίτερα αξιόλογη υλική βοήθεια των ηγεμόνων αυτών, ά’λλά και άλλες σημαντικές συνεισφορές, ό πατήρ Ευγένιος έπέστρεψε στή Μονή τό 1675. Οί μοναχοί τόν υποδέχτηκαν, θαύμασαν τήν γεμάτη αυτοθυσία προσπάθειά του καί πιστεύοντας άφ’ ενός μέν ότι έπρόκειτο γιά μιά φωτεινή προσωπικότητα άλλά καί επιθυμώντας άφ’ έτέρου νά άποτίσουν φόρο τιμής τόν άνέδειξαν Καθηγούμενο τής Μονής.

Συγχρόνως άρχισε ή άνέργεση τοΰ νέου κτιρίου τής Μονής. Ώς ημε-ρομηνία ένάρξεως άναφέρεται ή 19η Μαρτίου τοΰ 1689 καί ώς τοποθεσία ό χώρος νοτιοδυτικά τής σημερινής θέσης καί γύρω άπό τό σωζόμενο ιστορικό ναό. Σύμφωνα μέ τό κτιτορικό, τό κόστος γιά τήν άνοικοδόμηση έφτασε τά 11.000 γρόσια. Αξίζει νά σημειωθεί ότι ή επιλογή τής νέας το¬ποθεσίας υπαγορεύτηκε άπό λόγους άσφαλείας σέ συνδυασμό καί μέ τήν άνάγκη γιά διεύρυνση τοΰ χώρου. Ή τοποθεσία τής παλαιάς Μονής, όπως έχει ήδη άναφερθεί, ήταν περιορισμένη, άλλά εκτός αύτοΰ ή έδαφο- λογική σύνθεση μέ τούς βράχους πάνω άπό τή Μονή άποτελοΰσε διαρκή άπειλή. Άναφέρεται μάλιστα ότι κάποτε έξαιτίας τής πτώσεως ενός βρά¬χου καταστράφηκαν πολλά κελλιά καί τά άλλα βρίσκονταν σέ επικίνδυνη κατάσταση. Παρά βέβαια αυτή τή μεταφορά, ή παλαιά Μονή δέν ξεχάστηκε, άλλά έτελοΰντο σ’ αυτήν λειτουργίες πράγμα πού συνεχίστηκε γιά πολλά χρόνια αργότερα καί συνεχίζεται άκόμη σήμερα, κάθε Δευτέρα τοΰ Πάσχα καί τών Εισοδίων τής Θεοτόκου.
 
Τό καθολικό της Μονής αυτής είναι λιθόκτιστο, τρίκογχο κτίσμα άγιορείτικου τύπου σέ άπλούστερη μορφή. ’Αργότερα άγιογραφήθηκε στο εσωτερικό του. ’Από τις τοιχογραφίες άρκετές διασώζονται μέχρι σήμερα, αλλά σέ άσχημη κατάσταση λόγω πυρκαγιών καί κακής συντήρησης. Ή διάταξή τους είναι ή τυπική άγιορείτικη, ενώ στούς πεσσούς τοϋ νάρθηκα, άκολουθώντας τό τυπικό τών ναών των Μετεώρων, είκονίζονται ό Χριστός καί ή Θεοτόκος.
 
Σχετικά με τήν εύρύτερη Μονή, πηγή πληροφοριών μας άποτελεϊ τό σχεδίασμα τοϋ μοναχού Barsky ό όποιος τήν έπισκέφθηκε τό 1745. Σ’ αυτό διακρίνεται πύργος πάνω άπό τόν πυλώνα όπου βρισκόταν τό κω¬δωνοστάσιο, ένώ στο μέσο τής αύλής τό καθολικό πού ήδη περιγράψαμε. Φαίνεται έπίσης καθαρά ό έξωτερικός νάρθηκας ή τό πρόπυλο τοϋ καθο¬λικού, δηλαδή μιά κλειστή στοά πού σχηματίζεται άπό πεσσούς καί έχει δύο πλάγιες διόδους. “Εξω άπό τον περίβολο τής Μονής διακρίνονται οί άγροί, οί κήποι, οί άμπελώνες καί τό άλώνι (στή θέση του βρίσκεται σήμε¬ρα ή σημερινή Μονή), αριστερά τής πύλης οί σταΰλοι καί νοτίως τής Μονής ξενώνες καί άποθήκες.

“Οπως γίνεται άντιληπτό άπ’ τά παραπάνω, ή Μονή τής ‘Αγίας Λαύρας είχε αισθητά βελτιωθεί καί εΐχε έξασφαλίσει δυνατότητες γιά περαιτέρω πρόοδο. Σέ τέτοια κατάσταση τήν άφησε ό πατήρ Εύγένιος στις 5 Σεπτεμβρίου τοϋ 1713 όταν έξεδήμησε εις Κύριον. Τό πρόσωπό του ταυτίστηκε μέ φωτεινό παράδειγμα άφοσιωσης, πίστης καί προσφοράς, ένώ τό όνομά του συναντά όποιος άσχοληθει μέ τήν ιστορία τής Μονής έ^τός τών άλλων καί λόγω τοΰ κώδικα του 1703 πού συνέταξε ό ΐδιος.